Σάββατο 31 Ιουλίου 2010

EXTREME: "Take Us Alive"

Oι Αμερικανοί Extreme με απίστευτη ενέργεια και μοναδικό πάθος πραγματοποίησαν μία εκπληκτική εμφάνιση στο House of Blues της Βοστόνης τον Αύγουστο του 2009.
Εκείνη η εμφάνιση τους βιντεοσκοπήθηκε και κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό σε dvd έκδοση με τον τίτλο “Take Us Alive”.
Οι Extreme επί σκηνής αποδεικνύουν περίτρανα, τι σημαίνει αυθεντική live μπάντα χωρίς φτιαξίδια και άλλου… είδους βοήθειες.
Εξαιρετικές αποδόσεις από όλα τα μέλη του γκρουπ με αρκετό τρέξιμο στη σκηνή, άμεση ανταπόκριση και επικοινωνία με το κοινό και πολύ, μα πολύ, κέφι και τραγούδι καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας.
O θανατηφόρος συνδυασμός μελωδιών από Beatles, Queen, Cheap Trick με μικρές funky δόσεις από Sly and Family Stone αποτελούν το εναρκτήριο λάκτισμα των συνθέσεων του συγκροτήματος για να καταλήξουν πανηγυρικά σε μία κιθαριστική πανδαισία με μπόλικα seventies του ύφους των Grand Funk και Led Zeppelin και φτάνει ως τους Van Halen και τους Aerosmith.
Εκστατικές εκτελέσεις σε πολύ αγαπημένα τραγούδια της μπάντας με διαρκείς hard rock επιθέσεις με βαρύ πυροβολικό τον Gary Cherone (φωνή) όπου δικαιολογεί σε μεγάλο ποσοστό το μύθο του ως φοβερού ερμηνευτή και performer και τον Πορτογάλο-αμερικάνο Nuno Bettencourt (κιθάρα) να κάνει τα μαγικά του τόσο στα σόλα όσο και στα ρυθμικά μέρη με ένα απλό και υπέροχο τρόπο.
Ειδική μνεία πρέπει να κάνουμε και στο ρυθμικό υπόβαθρο των Extreme τους Pat Badger (μπάσο) και Kevin Figueiredo (τύμπανα) οι οποίοι κυριολεκτικά τα δίνουν όλα και προσθέτουν σημαντική δυναμική στην live απόδοση των Extreme. Αλλά εκτός από το απίστευτο πάθος και την αστείρευτη ενέργεια του γκρουπ συνυπάρχουν άψογα εκτελεσμένες και οι ευαίσθητες στιγμές του συγκροτήματος με αποκορύφωμα την επιτυχημένη μπαλάντα “More Than Words” και το συγκινητικό “Ghost”.
Επίσης στο εν λόγω dvd θα δείτε μία άκρως metal εκτέλεση του “Midnight Express”, έναν τρομερό χαβαλέ με το ροκαμπιλέ κάντρυ “Τake Us Alive”, την πλήρης αποθέωση στο φανταστικό “Get The Funk Out” ενώ όλα τα λεφτά είναι το συγκλονιστικό παίξιμο στο “Tell me Something I Don’t Know” ενώ το dvd κλείνει υπέροχα με το κλασικό “Hole Hearted”.
Eιλικρινά αν και ακούω τους Extreme από το πρώτο τους άλμπουμ δεν περίμενα ότι θα συνέχιζαν να είναι σε τόση μεγάλη φόρμα και να τιμάνε τους οπαδούς τους με τέτοιες ανεπανάληπτες εμφανίσεις όταν μάλιστα τα τελευταία χρόνια οι πιο πολλές επανασυνδέσεις έχουν τον χαρακτήρα αρπαχτής.
Πραγματικά το “Take Us Alive” είναι ένα dvd που πρέπει να αποκτήσετε άμεσα και να το απολαύσετε με τη παρέα σας ώστε να νιώσετε το live μεγαλείο των Extreme.
Να σημειώσουμε επίσης ότι στο “Take Us Alive” περιλαμβάνονται έξτρα και τέσσερα πανέμορφα video clips.
Φώτης Μελέτης

Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

Οι καλοκαιρινές προτάσεις της Nuclear Blast

To γνωστό δισκοπωλείο της Nuclear Blast στην Αθήνα (Τζωρτζ 20-22, Πλατεία Κάννιγγος) προτείνει αγαπημένα άλμπουμ για τον μήνα Αύγουστο:
1. BLIND GUARDIAN-AT THE EDGE O TIME(LTD.2 CD DELUXE DIGI)
2. SOILWORK-THE PANIC BROADCAST(CD/DVD DIGI)
3. AMORPHIS-FORGING THE LAND OF THOUSAND LAKES(2DVD/2)
4. INDICA- AWAY AWAY(CD/DVD DIGIPAK)
5. INNER WISH-NO TURNING BACK
6. GRAND MAGUS-HAMMER OF THE NORTH(CD DIGI PACK)
7. MASTERPLAN-TIME TO BE KING(CD DIGI PACK)
8. EQUILIBRIUM-REKREATUR(LIMITED 2 CD DIGIBOOK)
9. WOLFCRY-GLORIUS
10. NACHTMYSTIUM-ADDICTS-BLACK MEDDLE PT II

Τρίτη 27 Ιουλίου 2010

KORN: "KORN III - REMEMBER WHO YOU ARE"

Οι ΚoRn επέστρεψαν μ’ ένα πολύ σημαντικό album. Το “Remember Who You Are” είναι κάτι παραπάνω από ένας απλός δίσκος.
Κατ’ αρχάς πρόκειται για ένα concept album, κάτι που ο Davis είχε καιρό στο μυαλό του. Οι στίχοι λοιπόν σε κάθε κομμάτι περιστρέφονται γύρω από πέντε άξονες που συμβολίζουν τη «πτώση» του ανθρώπου: την οργανωμένη θρησκεία, τα ναρκωτικά, το χρήμα, την εξουσία και το χρόνο. Έτσι λοιπόν μετά το εξαιρετικό intro του “Uber - Time” τα κομμάτια “Oildale (Leave Me Alone)” και “Pop a Pill” μας βάζουν στο πνεύμα του δίσκου και στο μυαλό του Davis. Παρόλο που βρισκόμαστε στο 9ο μουσικό πόνημα της μπάντας, βλέπουμε μια ιδιαίτερη μνεία στο παρελθόν, ιδιαίτερα στα φωνητικά αλλά και στον ήχο.
Άλλωστε ο ίδιος ο frontman της μπάντας δήλωσε πως ακόμη και ο τίτλος του album αυτού, συμβολίζει το ότι πάντα πρέπει να θυμάσαι από πού ξεκίνησες. Ωστόσο σε κομμάτια όπως το “Fear Is A Place to Live” και “Let The Guilty Go” είναι ξεκάθαρο πως μιλάμε για πιο σκληρές μελωδίες και πιο σκοτεινά συναισθήματα. Προς το κλείσιμο συναντάμε τα διαμάντια του δίσκου “Are You Ready To Live?” που είναι άρτιο στιχουργικά, με εξαιρετικό ήχο που απαρτίζεται από μελωδικές κιθάρες και δυναμικά τύμπανα! Το album κλείνει επάξια το “Holding All These Lies” που κινείται στο ίδιο μοτίβο.
Αυτό που θα μπορούσε να λείπει, είναι οι λυγμοί και οι… “πνιχτές” ανάσες του Davis, τύπου “Βασίλης Καρράς”. Ωστόσο οι συνθέσεις είναι ότι καλύτερο μπορούσαν να δώσουν οι koRn αυτό τον καιρό, πάντα πιστοί στον ήχο τους αλλά μουσικά ωριμότεροι.
Φιλίππα Δημητριάδη

AGNES VEIN: Duality

Αργήσανε αρκετά αλλά την στιγμή που θεώρησαν ότι είχανε να πούνε κάτι, οι Θεσσαλονικείς το έπραξαν και μάλιστα με το παραπάνω. Μετά το ‘Of Chaos and Law’ demo του 2004 και το ‘Duality’ demo του 2008 κυκλοφορούν το πρώτο τους full-length(Duality) εν έτοι 2010.
Το δίσκο τον έχω ακούσει αρκετές φορές από τότε που τον πήρα και έχω ήδη αποκρυσταλλώσει μια συγκεκριμένη άποψη.
Ο Γιώργος Μπρίγκος(Sun of Nothing, National Pornografik) έχει κάνει μια επαγγελματικότατη παραγωγή, ενώ ο Μάνθος των Tardive Dyskinesia έχει συμβάλλει με το σκοτεινό και ψυχεδελικό του artwork. Σε γενικές γραμμές το packaging και το layout δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από αντίστοιχες κυκλοφορίες του εξωτερικού.
Στον καθαρά μουσικό τομέα, τώρα, ο δίσκος στέκεται πραγματικά στο ύψος του.
Στην επική, ψυχεδελική και σκοτεινή αυτή διαδρομή θα θυμηθούμε τους πρώιμους Candlemass, τις στιγμές ασφυξίας των Celtic Frost (κυρίως του Monotheist), τις τεχνοτροπίες των Neurosis και τα επικά κάφρο-battle περάσματα των Bathory( κατά κύριο λόγο του Hammerheart) γεφυρωμένα με το κέλτικο συλλογικό ασυνείδητο, όπως αυτό εκφράζεται μέσω των Primordial.
Για να απομακρύνω τις γνωστές ελληνικές αμφιβολίες του στυλ: ‘Κι αν είναι αντιγραφείς?’ θα πω το εξής: Ουδεμία σχέση με αντιγραφή. Το υλικό των Agnes Vein έχοντας εμπεδώσει τις διδαχές των προαναφερθέντων στέκεται στα πόδια του με τσαμπουκά, προσωπικό ύφος και τα γεμίσματα στα drums του Φοίβου και στις κιθάρες να ξεχωρίζουν. Τα φωνητικά προσθέτουν στην όλη ατμόσφαιρα με την ψυχεδέλεια τους. Όλα τα παραπάνω τελούνται υπό το επικό πνεύμα των Manilla Road. Τα παιδιά δείχνουν έτοιμα για ακόμη καλύτερα πράγματα στο μέλλον.
Το υλικό του δίσκου είναι πράγματι αξιόλογο και χρήζει της προσοχής μας. Σε τελική ανάλυση, ας στηρίξουμε όλοι την ελληνική σκηνή που θεριεύει και γιγαντώνεται.
Doom or be Doomed.
Καραμιχάλης Μιχαήλ

Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010

Τα τελικά σχέδια των Scorpions...

Στις αρχές της χρονιάς το πλέον διεθνώς αναγνωρισμένο Γερμανικό hard rock συγκρότημα, οι Scorpions, ανακοίνωσε ότι το νέο τους Cd, το 17ο της καριέρας τους, με τίτλο "Sting in the Tail", καθώς και η παγκόσμια περιοδεία, θα ήταν τα τελευταία. Ύστερα από 40 χρόνια hard rock, το συγκρότημα ήθελε να φύγει στο απόγειο της επιτυχίας του. Με την κυκλοφορία του "Sting in the Tail" σίγουρα βρίσκονται στο σωστό δρόμο για να το πετύχουν.

Το "Sting in the Tail" είναι αναμφίβολα μία από τις καλύτερες κυκλοφορίες του συγκροτήματος. Τόσο οι θαυμαστές, όσο και οι κριτικοί το λατρεύουν. Οι πωλήσεις της πρώτης εβδομάδας (κυκλοφορίας του) ήταν πολύ εντυπωσιακές. Έκανε το ντεμπούτο του στο Νο 1 σε Γερμανία και Ελλάδα, στο Νο 2 στην Κορέα, στο Νο 3 στην Τσεχία, στο Νο 6 σε Ρωσία και Φινλανδία. Στις ΗΠΑ, βρέθηκε στο Νο 23, που είναι η υψηλότερη θέση εδώ και είκοσι χρόνια.

Οι Scorpions πρόκειται να κάνουν μια μεγάλη τελευταία παγκόσμια περιοδεία, που θα διαρκέσει 2-3 χρόνια. Θα έχουν μαζί τους ως support τα hard rock συγκροτήματα Cinderella, Ratt και Dokken, σε όλο το πρώτο σκέλος της περιοδείας. Ακολουθεί συνέντευξη με τον κιθαρίστα των Scorpions, Matthias Jabs, σχετικά με το νέο CD του συγκροτήματος, την περιοδεία και πολλά άλλα.

Το νέο σας CD, με τίτλο “Sting in the Tail”, είχε μια πολύ επιτυχημένη πρώτη εβδομάδα πωλήσεων. Έκανε το ντεμπούτο του στο Νο 1 σε Γερμανία και Ελλάδα, στο Νο 2 στην Κορέα, στο Νο 3 στην Τσεχία, στο Νο 6 σε Ρωσία και Φινλανδία, ενώ βρέθηκε στην υψηλότερη θέση που είχατε ποτέ στις ΗΠΑ τα τελευταία είκοσι χρόνια, στο Νο 23. Πώς αισθάνεστε;
Φανταστικά! Σε αυτό το σημείο της καριέρας μας, πραγματικά δεν περιμέναμε κάτι τέτοιο. Είναι πολύ καλή ανταμοιβή για μας. Φτάσαμε εδώ χθες, προερχόμενοι από Γερμανία, και το πρώτο πράγμα που διάβασα είναι ότι βρισκόμαστε στο Νο 1 των classic rock charts. Δεν είχαμε μια τέτοια εμπειρία τα τελευταία δέκα χρόνια. Είχαμε κυκλοφορήσει albums που ήταν επιτυχημένα σε όλον τον κόσμο, αλλά όχι σε υψηλές θέσεις στα charts. Είναι απίθανο, αν το καλοσκεφτείς.

Είναι ένα φανταστικό CD, έτσι του αξίζει αυτή η επιτυχία. Υπήρχε κάποια στιγμή κατά την ηχογράφηση του CD, που σκεφτήκατε, ότι αυτό το CD είναι κάτι το εξαιρετικό;
Ναι, γενικά αισθανθήκαμε καλά. Ο τρόπος που ηχογραφήσαμε αυτό το CD ήταν λίγο διαφορετικός. Ξεκινήσαμε τον Μάιο του περασμένου χρόνου, συναντηθήκαμε με την ομάδα παραγωγών των Mikael Nord Andersson και Martin Hansen στη Σουηδία. Είχαμε κάποια τραγούδια από πρόσφατα album, τα οποία δεν είχαμε χρησιμοποιήσει και τα αναδιαμορφώσαμε, ενώ γράψαμε και κάποια νέα τραγούδια. Έπειτα πήγαμε περιοδεία το καλοκαίρι και επιστρέψαμε τον Αύγουστο και αρχίσαμε να δουλεύουμε πάνω στα τραγούδια, και ύστερα δώσαμε και πάλι κάποιες συναυλίες και επιστρέψαμε στο studio, κάποιες φορές στη Σουηδία, κάποιες φορές στο δικό μας μέρος. Εξαιτίας όλων αυτών, πάντα αισθανόμασταν σαν να κάναμε κάτι φρέσκο. Θα δουλεύαμε για μια εβδομάδα ή δέκα μέρες, και μετά θα κάναμε ένα διάλειμμα δύο εβδομάδων από την ηχογράφηση και θα δίναμε κάποιες συναυλίες. Όταν τελειώσαμε με όλα τα τραγούδια, καλέσαμε άτομα από τους managers και τη δισκογραφική μας εταιρεία, για να ακούσουν το υλικό. Ύστερα, αφού τα ακούσαμε όλα, ήμασταν εκστατικοί! Και οι managers είπαν ότι θα σκεφτούν, να το αποκαλέσουν τελευταίο μας album, επειδή πραγματικά είναι πολύ καλό. Αυτό θα ακολουθούσε μια παγκόσμια περιοδεία, που συνήθως διαρκεί 2 ½ χρόνια, επειδή παίζουμε παντού. Μας είπαν ότι πρόκειται για έναν φοβερό τρόπο να κλείσουμε την καριέρα μας, στο απόγειό της. Έτσι το σκεφτήκαμε, αλλά όχι για πολύ. Αποφασίσαμε ότι ήταν καλή ιδέα, και κάναμε τη σχετική ανακοίνωση τον Ιανουάριο, ότι πρόκειται για το τελευταίο CD και την τελευταία περιοδεία των Scorpions.

Είναι ένας πολύ καλός τρόπος να αποχωρήσετε. Αυτό το CD πρέπει να είναι η καλύτερη κυκλοφορία από studio για τους Scorpions, όλων των εποχών.
Ίσως. Οι παραγωγοί αυτού του CD είναι θαυμαστές του συγκροτήματος από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, και αν τους ρωτήσεις, ή ρωτήσεις οποιονδήποτε από τους θαυμαστές μας, ποιο είναι το αγαπημένο τους album των Scorpions, το 95-99% θα απαντήσει το “Blackout” ή το “Love at First Sting.” Νομίζω ότι στις αρχές της δεκαετίας του ’80, το συγκρότημα όντως βρήκε τον ήχο και το ύφος του. Το “Love at First Sting” ήταν η ουσία του ήχου τους συγκροτήματος. Νομίζω ότι το νέο Cd έρχεται πιο κοντά στο “Love at First Sting.” Δεν έγινε σκόπιμα κάτι τέτοιο. Απλά, κοιτάζοντας πίσω, αντιλαμβανόμαστε ότι το “Sting in the Tail” θα μπορούσε να αποτελέσει τη συνέχεια του “Love at First Sting”, στη δεκαετία του ‘80.

Ναι, συμφωνώ με αυτό. Όσον αφορά στο γεγονός ότι πρόκειται για το τελευταίο cd και την τελευταία περιοδεία του συγκροτήματος, ήσουν καθόλου διστακτικός στο να συμφωνήσεις με αυτό, επειδή είσαι νεότερος από τους Klaus και Rudolf; Εύκολα θα μπορούσες να συνεχίσεις για άλλα 10 -15 χρόνια.
Όχι, δεν ήμουν. Έχει νόημα το όλο θέμα. Αλλά, ακόμα κι αν διαφωνούσα, δεν θα έκανε τη διαφορά, νομίζω. (γέλια). Δεν μπορώ να αλλάξω την ηλικία τους. Επειδή ακριβώς είμαι νεότερος, δεν θα το είχα σκεφτεί να αποχωρήσουμε. Αλλά, αν ρωτήσεις τον Klaus και τον Rudolph, ούτε αυτοί το είχαν σκεφτεί, απλά θα συνεχίζαμε στο διηνεκές. Αλλά χρειάστηκε κάποιος από έξω, με μια διαφορετική προοπτική, προκειμένου να μας πει ότι δεν γίνεται να συνεχίσουμε επ’ άπειρον. Αυτό που μας έπεισε, είναι ότι θέλουμε να μας θυμούνται ως ένα φανταστικό συγκρότημα live, γεμάτο ενέργεια και υγεία. Έτσι θέλουμε να μας θυμούνται οι θαυμαστές. Όχι να γερνάμε και να κουτσαίνουμε πάνω στη σκηνή. Οι μουσικοί των μπλουζ μπορούν να κάθονται στις καρέκλες τους, όπως ο BB King, και να παίζουν μέχρι τα 80 τους χρόνια. Είμαι σίγουρος ότι πάντα θα φτιάχνω/ δημιουργώ μουσική, αλλά, προς το παρόν, δεν θέλω να σκέφτομαι το τι θα ακολουθήσει. Προτιμώ να επικεντρωθώ στην επικείμενη περιοδεία και να την απολαύσω. Τι θα γίνει μετά; Πιθανόν ακόμα να έχουμε πολλά να κάνουμε μαζί. Απλά δεν θα κάνουμε, ό,τι κάναμε τα τελευταία 35-40 χρόνια, δηλαδή να βγάζουμε ένα CD και να κάνουμε μια περιοδεία. Θέλουμε να σπάσουμε αυτόν τον κύκλο.

Πιστεύεις ότι οι Scorpions θα μπουν σύντομα στο Rock n’ Roll Hall of Fame; Πολλοί θαυμαστές σας πιστεύουν ότι το αξίζετε. Είναι κάτι που σας ενδιαφέρει;
Νομίζω ότι θα ήταν πολύ σημαντικό. Αισθάνομαι ότι θα μας προσεγγίσουν. Ήδη έχουν μια έκθεση για τη δεκαετία του ’80 και μας ζήτησαν κάποια αναμνηστικά και όργανα. Θα κάνουμε το Hollywood’s Rock Walk την Τρίτη στη Sunset Blvd. Έχει να κάνει με ένα Guitar Center όπου βάζεις τα χέρια σου στο τσιμέντο. Βέβαια, θεωρώ ότι αξίζει στο συγκρότημα να μπει στο Rock n’ Roll Fame και πιστεύω ότι μάλλον θα συμβεί.

Ας το ελπίσουμε. Αυτό που πάντα ήθελα να σε ρωτήσω είναι για τον μοναδικό τόνο της κιθάρας σου. Είναι μεγάλο/ σημαντικό μέρος του ήχου των Scorpions. Πώς αναπτύχθηκε;
Τον διατηρώ απλό (τον τόνο). Δεν χρησιμοποιώ εφέ, ανάμεσα στην κιθάρα μου και τον ενισχυτή. Η κιθάρα μου έχει ένα καλώδιο που συνδέεται με τον ενισχυτή και υπάρχει ένα μικρόφωνο μπροστά από τον ενισχυτή. Ο τόνος προέρχεται από τα δάχτυλά μου. Οι παραγωγοί μας μου έχουν κάνει την ίδια ερώτηση. Οποιαδήποτε κιθάρα και να παίξω, παράγω τον ίδιο ήχο. Αν χρησιμοποιήσει πεντάλ ποδιών και όλες αυτές τις αηδίες, χάνεσαι. Η πραγματική σου τεχνική δεν θα λάμψει ποτέ. Αλλά, διατηρώ τον τόνο απλό κι αυτό είναι το πιο γνωστό μου μυστικό. Ευχαριστώ πολύ για τη φιλοφρόνηση. Παίζω πολύ, επίσης! Έπαιξα τις περισσότερες lead guitars στα albums των Scorpions. Στο “Sting in the Tail” έπαιξα ακόμα και τα ρυθμικά μέρη και έπειτα ασχολήθηκα με τα overdubs και τις ενορχηστρώσεις της κιθάρας. Έκανα τα leads τελευταία, όταν το τραγούδι είχε τον ήχο του.
Σε περίπτωση που ενδιαφέρει κάποιον, έφτιαξα τον δικό μου ενισχυτή με την πάροδο των χρόνων. Τον έχω δοκιμάσει τα τελευταία δύο χρόνια στις περιοδείες, έτσι είναι αξιόπιστος. Πλέον τον χρησιμοποιώ και στο στούντιο. Ονομάζεται Master Tone, είναι δική μου μάρκα, ο δικός μου ενισχυτής, και λειτουργεί ακριβώς όπως θέλω.

Ποιο θεωρείς ότι είναι το μεγαλύτερο επίτευγμά σου, ως μέλος των Scorpions;
Νομίζω ότι το πιο σημαντικό είναι ότι όταν μπήκα στο συγκρότημα, ο ήχος μου, όπως πχ στο “No one Like You,” η διπλή αρμονία οδηγεί στην εισαγωγή ή το solo, είναι κάτι που έκανα πριν μπω στο συγκρότημα, στα τοπικά συγκροτήματα που έπαιζα. Έτσι, έφερα αυτό το στοιχείο στο συγκρότημα, επιπρόσθετα σε όσα ήδη είχαν. Πιστεύω ότι, από τότε που μπήκα στους Scorpions, το συγκρότημα ακούγεται σαν μία μονάδα, ένα συγκρότημα. Έπειτα, ξαφνικά, αρχίσαμε να γινόμαστε πολύ πετυχημένοι. Μέχρι και σήμερα, χρησιμοποιώ τα leads μου απλά για να ενισχύω/ εμπλουτίζω τα τραγούδια, όχι για να παίζω υπερβολικά και να κάνω επίδειξη. Νομίζω ότι αυτό είναι το πιο σημαντικό. Η δουλειά ενός lead κιθαρίστα είναι να διατηρήσει το επίπεδο του τραγουδιού, να μην παίξει κάτι που δεν ανήκει σε αυτό. Πάντα προσπαθώ να ενισχύσω το τραγούδι με ο,τιδήποτε κάνω. Γι’ αυτό, θεωρώ ότι, όσον αφορά στο ύφος, ότι ακουγόμαστε πιο ομοιόμορφοι από τότε που ήρθα.

Στη διάρκεια των χρόνων, δεν υπέκυψες ποτέ στον πειρασμό να κάνεις οποιαδήποτε τρικάκια ή κολπάκια με την κιθάρα σου, όπως πολλοί άλλοι κιθαρίστες. Πάντα ήσουν πιστός στον ήχο και το ύφος σου.
Αν το κάνουν όλοι οι άλλοι, γιατί να το κάνω κι εγώ; Δεν είμαι σε ένα συγκρότημα που παίζει διασκευές (γέλια)

Αυτό είναι σίγουρο.
Φυσικά, πειραματίστηκα με διάφορες τεχνικές, στο τέλος της δεκαετίας του’70, αλλά και κατά τη δεκαετία του ’80. Είμαι σε θέση να εφαρμόσω τις περισσότερες από αυτές, αλλά, για μένα, είναι πολύ πιο σημαντικό να διατηρήσω το δικό μου ύφος, παίζοντας το τραγούδι.

Είπες ότι δεν θες να το σκέφτεσαι προς το παρόν, αλλά σκέφτεσαι ότι μπορείς να θελήσεις να κάνεις ένα solo album μετά τους Scorpions; Ίσως ένα ορχηστρικό;
Το έχω σκεφτεί και με έχουν ρωτήσει σχετικά, εδώ και είκοσι χρόνια. Μέχρι τώρα είμαι απλά επικεντρωμένος στους Scorpions 24 ώρες την ημέρα και πουθενά αλλού. Όπως και τα άλλα μέλη, κανείς στο συγκρότημα δεν έχει κάνει solo album. Αλλά μπορώ να φανταστώ διάφορα πράγματα. Κάπου στο πίσω μέρος του μυαλού μου, θα αφήσω αυτές τις σκέψεις να αναπτυχθούν, όσο θα βρίσκομαι σε περιοδεία, για τα επόμενα δύο ή τρία χρόνια. Όταν οι Scorpions πραγματικά φτάσουν στο τέλος της διαδρομής τους, θα έχω μια πολύ πιο σαφή ιδέα, σχετικά με το τι είναι σωστό για μένα να κάνω. Προς το παρόν, δεν θέλω να σπαταλήσω πολλή ενέργεια γι’ αυτό. Πιστεύω, όμως, ότι μπορεί να υπάρξει ένας τρόπος, να κάνω κάτι καλύτερο από ένα solo album. Αλλά, δεν γνωρίζω ακριβώς πιο είναι αυτό. Θα δούμε τι θα γίνει.
Υπάρχει κάτι που θα ήθελες να επιτύχεις, όσο ακόμα είσαι στους Scorpions;
Λοιπόν, είναι λυπηρό, αλλά ακόμα δεν έχουμε παίξει στην Αυστραλία. Έτσι, θα πρέπει να το βάλουμε στο πρόγραμμα. Επειδή πρόκειται για μια περιοδεία σε 5 ηπείρους, θα πρέπει να παίξουμε κι εκεί. Η μεγαλύτερη επιτυχία θα είναι να παραμείνω υγιής και να απολαύσω την περιοδεία και όλα τα άλλα θα έρθουν αυτόματα. Αν κοιτάς τα πάντα με μια πολύ θετική ματιά, συμβαίνουν πράγματα. Νομίζω ότι το νέο μας album το αποδεικνύει. Περάσαμε πολύ καλά στο στούντιο, χωρίς άγχος. Αυτό φαίνεται.

Πίσω στο νέο Cd. Γιατί δεν συνεργαστήκατε με τον Desmond Child, τον παραγωγό του τελευταίου σας Cd “Humanity Hour 1”, για το “Sting in the Tail”;
Ο Desmond είναι γνωστός ως παραγωγός των hits. Συνεργαστήκαμε μαζί του πριν τρία χρόνια στο LA. Αλλά μας πίεσε υπερβολικά να ακολουθήσουμε το δικό του concept. Έβαλε τη σφραγίδα του ως παραγωγός στους Scorpions σε υπερβολικό βαθμό. Μου αρέσει, όμως, το album – μου άρεσε αυτό που έκανε. Οι Σουηδοί, ωστόσο, οι Mikael Nord Andersson και Martin Hansen, ήταν αυτοί, με τους οποίους αρχικά επρόκειτο να συνεργαστούμε, αλλά τελικά επιλέξαμε τον Desmond. Τώρα ήταν η δική τους σειρά. Ήθελαν να κάνουμε, αυτό που θέλαμε κι εμείς, και δεν άλλαξαν τίποτε. Επρόκειτο περισσότερο για μια μονάδα, ένα συγκρότημα με επτά άτομα, παρά για έναν παραγωγό και ένα συγκρότημα.

Ήταν, δηλαδή, άβολη η συνεργασία με τον Desmond;
Όχι, όχι για μένα. Νομίζω ήταν πιο άβολο για τον τραγουδιστή μας, τον Klaus, επειδή ο Desmond είναι τόσο συγκεκριμένος με τους στίχους του. Εγώ και το παίξιμό μου του άρεσαν, και δεν είχαμε προβλήματα. Εξάλλου, εγώ κυρίως ηχογράφησα με τον James Michael, τον συμπαραγωγό μας. Αλλά ήταν δύσκολη η συνεργασία με τον Desmond, επειδή οι στίχοι είναι το δικό του ενδιαφέρον, και οι Scorpions είναι ένα συγκρότημα με κιθάρες. Αν δώσεις προσοχή σε αυτό, τα αποτελέσματα θα είναι πολύ καλύτερα.

Ένα από τα τραγούδια, που βρίσκω πολύ ενδιαφέρον, όσον αφορά στο “Sting in the Tail”, είναι το ομότιτλο τραγούδι. Ο Klaus κάνει κάποια πολύ διαφορετικά και σκληρά φωνητικά στη γέφυρα του τραγουδιού. Ποιανού ιδέα ήταν να τραγουδήσει με αυτόν τον τρόπο; Θεωρώ ότι ήταν υπέροχη ιδέα.
Ήταν ιδέα του Klaus. Του ήρθε όταν κάναμε κάποια ηχογράφηση στο στούντιό μας, το οποίο είναι πολύ κοντά στο σπίτι του Rudolf. Ο Klaus κι εγώ μένουμε στον ίδιο δρόμο, σε πολύ μικρή απόσταση. Έτσι, πηγαίναμε με ένα αυτοκίνητο καθημερινά στο στούντιο και πρόκειται για μια διαδρομή 20 λεπτών. Όταν, λοιπόν, βρίσκεσαι στο αυτοκίνητο, προσπαθείς να αξιοποιήσεις τον χρόνο, για να βρεις ιδέες ή έμπνευση. Του ήρθε η ιδέα καθώς οδηγούσε, αλλά επρόκειτο μόνο για θορύβους και όχι λέξεις. Κατόπιν, έγινε το “Bang, bang, rock will again.” Είχε τον ήχο στ’ αυτιά του και αυτό προέκυψε.
RMS: Ταιριάζει πολύ στο τραγούδι.
Μοιάζει με ηχητικό εφέ, αλλά είναι απλά φωνές.

Ακούγεται σαν να επιβαρύνεται η φωνή του.
Όχι, στην πραγματικότητα ακούγεται καλύτερα, από ό,τι εδώ και 20 χρόνια. Ανοίγουμε τις συναυλίες με αυτό το τραγούδι, τουλάχιστον προς το παρόν. Έχουμε δώσει κάποιες συναυλίες, για να δοκιμάσουμε πράγματα, ενόψει της περιοδείας.

Αναδημοσίευση από το www.rockmusicstar.com

Επιμέλεια: Δήμητρα Μανδάλου

Δευτέρα 19 Ιουλίου 2010

SWEET SYBIL: "Sweet Sybil"

Δημιουργημένοι στα τέλη της δεκαετίας του ’80 (και πιο συγκεκριμένα το 1988) οι Sweet Sybil πήραν το όνομα τους … κατά λάθος.
Ως χάρη σε έναν φίλο τους promoter το συγκρότημα πήρε μέρος σε έναν διαγωνισμό (τα γνωστά battle of the bands) στο Σικάγο. Ο παρουσιαστής της βραδιάς μπέρδεψε τον τίτλο του πρώτου τραγουδιού του setlist που του δόθηκε για το όνομα του συγκροτήματος.

Μιας και οι Sweet Sybil κέρδισαν το συγκεκριμένο διαγωνισμό, αποφάσισαν να κρατήσουν το όνομα.
Παρόλο που το δελτίο τύπου αναφέρει ότι οι Sweet Sybil έχουν ομοιότητες με συγκροτήματα όπως οι GNR, Skid Row, και LA Guns, δεν κατάφερα να ανακαλύψω ποια είναι τα κοινά σημεία. Αυτό που διαφοροποιεί τους Sweet Sybil από τα προαναφερόμενα σχήματα, και το κατά τη γνώμη μου μεγαλύτερο μειονέκτημα του δίσκου, είναι η έλλειψη solos, τα οποία όλοι ξέρουμε πόσο σημαντικό ρόλο παίζουν στον rock ήχο.
Η μουσική των Sweet Sybil σαφώς και έχει τις βάσεις της στο hard rock των 80’s, αλλά με εμφανή αρκετά μοντέρνα (για την εποχή τους πάντα) στοιχεία.
Και όταν λέω μοντέρνα, δεν εννοώ ούτε grunge ούτε alternative, μουσικά είδη που τότε άρχιζαν να γίνονται ευρύτερα γνωστά.
Ίσως και να κάνω λάθος, αλλά θα μπορούσα να τους παραλληλίσω με τους Ugly Kid Joe. Όχι λόγω μουσικών ομοιοτήτων, αλλά κυρίως για το πάντρεμα του 80’s rock με νέα στοιχεία. Ένα άλλο σημείο που μπορεί να ξενίσει ορισμένους, είναι τα φωνητικά, τα οποία, λόγω της χροιάς τους, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως μια πιο light εκδοχή του Udo Dirkschneider.
Στιλ φωνητικών το οποίο ομολογουμένως δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στο συγκεκριμένο είδος μουσικής. Κομμάτια που ξεχωρίζουν είναι τα “Remember When”, “Downtown Suicide” και “Burning House”, όλα ηχογραφημένα την περίοδο 1991 – 1992, ενώ το τελευταίο τραγούδι του δίσκου (“You & I”) είναι ηχογραφημένο το 2009.
Παραδόξως το κομμάτι “Sweet Sybil” δεν υπάρχει στο δίσκο.
Λέτε αυτό να σημαίνει ότι θα συμπεριληφθεί σε κάποια επόμενη κυκλοφορία, η οποία θα περιλαμβάνει και νέο υλικό (είπαμε ότι το “You & I” ηχογραφήθηκε μόλις πέρυσι).
Πραγματικά το ελπίζω, διότι οι Sweet Sybil αποτελούν μια αξιόλογη πρόταση για όσους αρέσκονται στο rock των αρχών της δεκαετίας του ’90 και θα ήθελα να ακούσω κάτι παραπάνω από αυτούς. Είτε παλιό είτε, γιατί όχι, και καινούργιο υλικό.
Καρβούνης Δημήτρης

Σάββατο 17 Ιουλίου 2010

ALAN PARSONS PROJECT: "Live in Madrid"

Οι Alan Parsons Project είναι μία περίπτωση που αθόρυβα εδώ και δεκαετίες γράφουν και παίζουν μουσική με καθαρά καλλιτεχνικούς όρους.
Με σημαντικό παρελθόν σε τρομερά συγκροτήματα όπως οι Beatles και οι Pink Floyd σε θέματα ήχου και παραγωγής, ο Alan Parson ετοίμασε στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 μία μπάντα με πολύ ενδιαφέρον υλικό το οποίο ένα χαρακτηριστικό κομμάτι του παρουσιάζεται στο “Live in Madrid” και το οποίο βιντεοσκοπήθηκε την άνοιξη του 2004 στην όμορφη ισπανική πόλη.
Η εμβληματική μορφή του Alan Parson κυριαρχεί σε αυτό το live ενώ οι μουσικοί που συνοδεύουν την μπάντα έχουν σπουδαία προϋπηρεσία σε καλλιτέχνες όπως οι Jack Bruce,Mark Farner,Todd Rundgren,C.Cross και πολλούς άλλους. Οι γοητευτικές μελωδίες, οι συναισθηματικές ερμηνείες, οι prog - rock αναφορές και οι εμπνευσμένες ενορχηστρώσεις δημιουργούν έντονες στιγμές.
Όσοι λοιπόν λατρεύετε τα τραγούδια που έχουν γράψει ιστορία όπως τα Breakdown/The Raven(εδώ τραγουδά υπέροχα ο ντράμερ Steve Murphy), Don’t Answer me, Sirius/Eye in the Sky, το εκπληκτικό (The System of) Dr Tarr and Proffesor Fether και το εξαιρετικό Games People Play θα χαρούν σίγουρα ετούτο εδώ το dvd.
Το γκρουπ σε όλη τη διάρκεια του live βρίσκεται σε πολύ καλή διάθεση και αποδίδει περίφημα όλο το σετ σε κεντρική πλατεία της Μαδρίτης όπου ο κόσμος δείχνει να το απολαμβάνει ανάλογα.
Το συνιστούμε ανεπιφύλακτα σε όσους είναι κάποιας… ηλικίας ενώ οι νεώτεροι μπορούν να πάρουν μία πρώτη γεύση από ένα πραγματικό θρύλο της μουσικής. Το “Live in Madrid” αφιερώνεται στον άνθρωπο που άφησε τη σφραγίδα του στους Alan Parsons Project στον Eric Woolfson(1945-2009).
Φώτης Μελέτης

Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010

TRIUMPH: "Stages" (1985)

Ετούτοι εδώ οι Καναδοί rockers κατάφεραν στα 35 χρόνια παρουσίας τους να διδάξουν με άψογο τρόπο πως πρέπει να παίζεται το αυθεντικό hard rock.
Με οδηγό την τρέλα τους για σκληρό rock ‘n roll οι Triumph απέδειξαν ότι για να σε αγαπήσει ο κόσμος δεν χρειάζονται οι σκηνικές υπερβολές και τα συνεχόμενα «στημένα» σκάνδαλα άλλα το μόνο που χρειάζεται είναι να παίζεις και να τραγουδάς με ειλικρίνεια για όλους εκείνους που πραγματικά σε στηρίζουν και πιστεύουν στο ταλέντο σου.
Οι σκληροτράχηλες μελωδίες , οι prog και aor αναφορές και κυρίως οι εκρηκτικές και δυναμικές εκτελεστικές αποδόσεις τους ανέδειξαν τους TRIUMPH στην κορυφή αναλόγων σχημάτων του χώρου και τους καθιέρωσαν στις συνειδήσεις εκατομμυρίων οπαδών του hard rock. Το “Stages” λοιπόν κυκλοφόρησε το 1985 και περιέχει τις σπουδαιότερες στιγμές, της μέχρι τότε πορείας του γκρουπ. Μοναδικά hard rock διαμάντια υπάρχουν στο εν λόγω live album όπως τα φοβερά “Allied Forces”, “Never Surrender”, “Magic Power”, “Lay it On The Line”, “Follow Your Heart” και φυσικά ο ύμνος “Fight The Good Fight”. Επίσης το “Stages” περιλαμβάνει και δύο νέα για τότε studio τραγούδια τα υπέροχα “Mind Games” και “Empty Inside”.
Άπαιχτη η τριάδα Gil Moore (ντραμς, φωνή), Rick Emmett (κιθάρα, φωνή) και Michael Levine (μπάσο) η οποία αξίζει να την απολαύσετε σε κάποιο dvd ιδιαίτερα στο ιστορικό “Live at The USA Festival 1983” όπου εκεί μες το καταμεσήμερο η «καναδική μηχανή» κάνει πράματα και θαύματα! Παράκληση …Μην προσπεράσετε αυτή τη μπάντα, όσοι την γνώρισαν κόλλησαν μαζί τους. Ελπίζω το ίδιο να πάθετε και εσείς…
TRACK LISTING:1)When the Lights Down, 2)Never Surrender, 3)Αllied Forces, 4)Hold On, 5)Magic Power" 6)Rock & Roll, Machine, 7)Lay it on the Line, 8)A World of Fantasy, 9)Dru Mer Selbo, 10)Midsummer's Daydream, 11)Spellbound, 12) Follow Your Heart, 13)Fight the Good Fight, 14)Mind Games, 15)Empty Inside
ΜΕΛΗ: Rick Emmett (φωνή, κιθάρα), Gil Moore(ντραμς, φωνή), Michael Levine(μπάσο).
Φώτης Μελέτης

Τετάρτη 14 Ιουλίου 2010

Σαρωτικοί για άλλη μια φορά οι Faith No More

Όταν πρωτοάκουσα Faith No More στην τρυφερή ηλικία των 12 και αυτόματα τους ανήγαγα ως το αγαπημένο μου συγκρότημα, δεν περίμενα πως θα τους έβλεπα ποτέ live, πόσο μάλλον δύο φορές μέσα σε ένα χρόνο. Τι και εάν το festival έγινε σε κλειστό τελικά χώρο. Τι και εάν η Detox έκλεισε τη μπάντα εκ του ασφαλούς και τους έφερε 11 περίπου μήνες μετά την πρώτη τους εμφάνιση. Τι και εάν έπαιξαν σχεδόν το ίδιο setlist με την προηγούμενη φορά. Οι Faith No More παραμένουν μια από τις μεγαλύτερες μπάντες στον πλανήτη, και ο Mike Patton απλώς επιβεβαιώνει συνεχώς το γιατί θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους performers στο γαλαξία.
Για να πάρουμε τα πράγματα όμως από την αρχή. Οι FNM ανέβηκαν στη σκηνή με μια σχετική καθυστέρηση και ξεκίνησαν ακριβώς όπως τελείωσαν πέρυσι, με την υποτονική διασκευή στο “Midnight Cowboy” (John Barry). Η συνέχεια ήταν ένα συνεχές (αλλά ευχάριστο) déjà vu. Στα “From Out Of Nowhere”, “Land Of Sunshine” και “Caffeine” επικράτησε πανικός ενώ το “Evidence” που ακολούθησε έδωσε μερικές ανάσες στο κοινό, ώστε να υποδεχτεί το δυναμικό “Surprise! You’re Dead”. Ένα μικρό intro- διασκευή στο “Poker Face” της Lady Gaga (όχι οι τύποι δεν κολλάνε πουθενά) και έφτασε η πρώτη διαφοροποίηση στο setlist από το 2009, με το “Chinese Arithmetic”. Η συνέχεια εξίσου συναρπαστική, με τραγούδια όπως “Last Cup of Sorrow”, “Cuckoo for Caca”, “Ashes to Ashes”, “Midlife Crisis” και “King for a Day” να βρίσκουν άμεση ανταπόκριση από τους παρευρισκόμενους. Φυσικά δεν έλειψαν και οι διασκευές στο “Easy” των Commodores, όπως και το “Ben” των Jackson 5 (την προηγούμενη φορά προτιμήθηκε το “I Started a Joke” των Bee Gees), ενώ πανικός, όπως ήταν αναμενόμενο, επικράτησε στο άκουσμα των “The Gentle Art Of Making Enemies” και “Epic”. Το μαγικό “Just a Man” μας οδήγησε στο encore, το οποίο ξεκίνησε με το “Chariots of Fire” και μετουσιώθηκε στο μοναδικό “Stripsearch”. Η δεύτερη έκπληξη της βραδιάς ήταν το “As the Worm Turns”, το οποίο αντικατέστησε το περσινό “Digging the Grave” και τελευταίο κομμάτι για τους Faith No More αποτέλεσε το “Pristina” από το “Album of the Year”, όπου ο Patton έσπασε γύρω στη μια ντουζίνα πιάτα επί σκηνής (ενίοτε φωνάζοντας “ώπα”).
Το να βλέπεις ένα συγκρότημα τέτοιου βεληνεκούς είναι πάντα μοναδική εμπειρία, από όλες τις απόψεις.

Οι FNM δε χρειάζονται ούτε εφέ, ούτε επικοινωνιακά τρικ για να δώσουν το δικό τους show. Ειδικά δε, όταν έχουν στις τάξεις σου έναν από τους πιο χαρισματικούς frontmen όλων των εποχών, ο οποίος γεμίζει από μόνος του ολόκληρη τη σκηνή, ενώ παράλληλα μπορεί να ανεβοκατεβαίνει οκτάβες καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα, από την όπερα έως και το brutal death, τότε το αποτέλεσμα, μοιραία, είναι εκπληκτικό. Ούτε καν ο πολύ κακός ήχος δεν τους πτόησε.
Μοναδική ένσταση το ότι πάλι δεν ακούσαμε ένα “We Care a Lot” ή ένα “Falling to Pieces”.
Δεν πειράζει, ίσως την επόμενη φορά, μιας και από ότι φαίνεται, έχουν πειστεί πως έχουν αρκετό κοινό στην Ελλάδα.
Setlist:
Midnight Cowboy (John Barry cover)
From Out Of Nowhere
Land Of Sunshine
Caffeine
Evidence
Surprise! You’re Dead
Chinese Arithmetic (intro: Poker Face- Lady Gaga)
Last Cup Of Sorrow
Cuckoo for Caca
Easy (The Commodores cover)
Ashes To Ashes
Midlife Crisis
Ben (Jackson 5 cover)
The Gentle Art Of Making Enemies
King For A Day
Epic
Just A Man
Stripsearch (intro: Chariots Of Fire- Vangelis)
As The Worm Turns
Pristina
UNKLE
Μετά το πέρας της εμφάνισης των Faith No More, η πλειοψηφία των παρευρισκομένων έφυγε από το συναυλιακό χώρο, αδιαφορώντας για τους Unkle που ήταν προγραμματισμένοι για ένα after-show live. Κρίμα για αυτούς, διότι όπως διαπιστώσαμε όσοι μείναμε ως το τέλος, επρόκειτο για μια εκπληκτική εμπειρία. Οι Βρετανοί μέσα σε περίπου μια ώρα και δεκαπέντε λεπτά, μας ταξίδευσαν μουσικά και κατ’ εμέ αποτέλεσαν πολύ σημαντική προσθήκη στο festival. Για όσους δε γνωρίζουν, οι επιρροές των Unkle εκτείνονται από την Trip hop και την Electronica έως το Brit rock και την alternative πειραματική σκηνή. Μάλιστα, ζωντανά, τα τραγούδια τους ακούγονται πολύ πιο groovy από ότι στις κυκλοφορίες τους, κάτι που ομολογουμένως δεν περίμενα.
Φυσικά δεν υπήρχαν επί σκηνής οι διάφοροι guests που συμμετέχουν στα cd τους. Ανταυτών, ένα video wall βρισκόταν πίσω από τους μουσικούς, το οποίο “φιλοξενούσε” τον εκάστοτε ερμηνευτή. Όπου χρειαζόταν ήταν γλυκά υποτονικοί, ενώ όταν ήθελαν παρήγαγαν έντονο δυναμισμό, κάνοντας το κοινό να διασκεδάσει εν τέλει. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως επέλεξαν αρκετά κομμάτια από το “War Stories”, τον πιο “rock” δίσκο τους μέχρι στιγμής. Ίσως ο ιδανικότερος επίλογος για μια τέτοια βραδιά, η οποία μας ταξίδευσε από το punk rock των Bad Religion, στον παρανοϊκό πειραματισμό των Faith No More και κατέληξε στις ονειρικές ηλεκτρονικές φόρμες των Unkle. Άντε, και του χρόνου, αλλά με καλύτερο ήχο και σε πιο λειτουργικό χώρο.
Setlist:
The Answer
Burn My Shadow
Chemistry
Natural Selection
Reign
Restless
Glow
Follow Me Down
The Runaway
Keys To The Kingdom
Ablivion
Eye For An Eye
Heaven
Lonely Soul
In A State
Στέφανος Στεφανόπουλος

Εντυπώσεις από τους Bad Religion

Μια μικρή αδιαθεσία με ανάγκασε να καλύψω αυτό το live απ’ τις κερκίδες.
Η… “θέα από ψηλά” όμως, μου εξασφάλισε καλύτερη εικόνα έτσι ώστε να μπορέσω ν σας περιγράψω τo show αυτό λεπτομερώς. Βέβαια δε μπορώ να πω το ίδιο και για τον ήχο, καθώς ήταν μέτριος, όχι όμως τόσο κακός ώστε να επισκιάσει τo τρομερό αίσθημα των Bad Religion! Άλλωστε ο κακός ήχος ήταν κάτι που όλοι ξέραμε ότι θα συμβεί όταν ενημερωθήκαμε για την αλλαγή του χώρου απ’ το “Ξιφασκίας” στο “Tae Kwon Do”.
Οι Bad Religion φέτος, σβήνουν 30 κεράκια και το γιορτάζουν με γερές δώσεις τρέλας. Όταν ανέβηκαν στη σκηνή το πλήθος έχασε τον έλεγχο! Δεκατέσσερα χρόνια ήταν αυτά και fans κάθε ηλικίας είχαν έρθει να παρακολουθήσουν την αγαπημένη τους μπάντα! Οι πρώτες νότες του “What Do You Want?” ήχησαν απ’ τις κιθάρες, όλα έγιναν κόκκινα και ένα τεράστιο crossbaster υψώθηκε πίσω απ’ τη μπάντα! Ήταν η αρχή μιας εκρηκτικής εμφάνισης! Πραγματικά, η ενέργεια την οποία σύσσωμο το συγκρότημα μετέδωσε σ’ όλο το στάδιο, ήταν κάτι το αξιοθαύμαστο!
Ο Graffin απλά έδωσε ότι είχε και απ’ τα πρώτα κιόλας λεπτά της συναυλίας έδωσε υποσχέσεις για την επόμενη χρονιά, ανάμεσα στα μικρά αστειάκια που αντάλλασε με τις πρώτες σειρές!
Να σημειώσω ότι όλοι όσοι βρίσκονταν στην αρένα επιδόθηκαν ουκ’ ολίγες φορές σε crowd surfing και γενικότερα βλέποντας το ενθουσιώδες κοινό να κουνά τα κεφάλια του ρυθμικά, ζήλεψα τόσο που δε βρισκόμουν ανάμεσά τους. Η συνταγή της επιτυχίας ήταν το “Recipe For Hate”! Η κιθάρα του Mr. Brett θα μπορούσε να πετά σπίθες απ’ το εκστατικό παίξιμο του και σίγουρα εύσημα ανήκουν και στον Brooks Wackerman που (ας μου επιτραπεί η λαϊκή έκφραση) τα ‘σπασε, ειδικά στα “Flat Earth Society” και “A Walk” (αλλά και όχι μόνο)! Τα κομμάτια που έπαιξαν οι Bad Religion ήταν 29!
Φυσικά η μικρή τους διάρκεια με έκανε να πιστέψω πως ήταν λιγότερα και οι fans δε φάνηκαν στιγμή να κουράζονται ή να βαριούνται. Ανάμεσα λοιπόν στα κλασσικά τους anthems αυτά που ξεχώρισαν ήταν το “Requiem for Dissent” , στο οποίο ο Graffin ζήτησε τη συμμετοχή του κοινού και την είχε φυσικά, το “Suffer” και τα κατά τη προσωπική μου άποψη highlights της εμφάνισής τους “Germs of Perfection” και “21st Century (Digital Boy)”!
Χωρίς encore το συγκρότημα έριξε τίτλους τέλους με το “Sorrow” που ήταν μια απ’ τις πιο ήρεμες σχετικά και ατμοσφαιρικές στιγμές του live.
Εν κατακλείδι η εμφάνιση των “Bad Religion” ήταν εκπληκτική, καθώς το να βλέπεις μια μπάντα ,που μετρά 30 χρόνια καριέρας, ακόρεστη, ανόθευτη και δεμένη να δίνει το 100% της πάνω στη σκηνή όπως και να χει σε συγκινεί! Τελικά, το μεγαλείο μιας μπάντας έγκειται στο να σε κάνει να κινείσαι και να τραγουδάς στους ρυθμούς της, ακόμη κι αν ήχος είναι άσχημος, δεν ακούς punk και έχεις και κολικό νεφρού!
Όταν η μπάντα αποχώρησε μεταξύ χειροκροτημάτων και αλαλαγμών, οι μάζες άρχισαν να ανακυκλώνονται. Τώρα μπροστά στα κάγκελα, άλλα άτομα είχαν λάβει θέση… Είχε έρθει η ώρα για τους Faith No More
Setlist
Do What You Want
Sinister Rouge
Overture
We’ re Only Gonna Die
Recipe For Hate
Flat Earth Society
Before You Die
A Walk
How Much is Enough?
No Control
Requiem For Dissent
Atomic Garden
Sanity
Part II
Suffer
No Direction
Los Angeles is Burning
Germs of Perfection
Man With a Mission
New Dark Ages
I Want to Conquer The World
Materialist
Fuck Armageddon… This is Hell
Along The Way
Infected
American Jesus
Generator
21st Century (Digital Boy)
Sorrow
Φιλίππα Δημητριάδη

Oι έξοχοι...BLUE MURDER

Όταν ο John Sykes (Thinlizzy, Tygers of Pan Tang) αποχώρησε μέσα σε κλίμα έντασης από τους Whitesnake την εποχή μάλιστα που η μπάντα του D.Coverdale είχε φτάσει στο απόγειο της δόξας του o Βρετανός ταλαντούχος κιθαρίστας έφτιαξε με τους μακαρίτες Ray Gillen(Badlands) και Cozy Powell (Rainbow, MSG,Whitesnake) τους Blue Murder.
H μπάντα είχε καταφέρει από νωρίς να γίνει γνωστή στον ευρύ χώρο της hard rock κοινότητας και είχαν ηχογραφήσει στο ιδιωτικό στούντιο του J.Sykes στο Blackpool ένα ενδιαφέρον demo.
Στη συνέχεια κάποιες καλύτερες οικονομικές καιμουσικές προτάσεις από άλλα σχήματα οδήγησαν στην αποχώρηση τους R.Gillen και C.Powell και αντικαταστάθηκαν από τον σπουδαίο ντράμερ Carmine Appice (Cactus,R.Stewart,Vanilla Fudge, King Kobra) και τον έξοχο μπασίστα Τοny Franklin (Firm, J.Page) ενώ στα κήμπορντς βοηθάει ο Nik Green και τα φωνητικά αναλαμβάνει ο ίδιος ο Sykes.

Tελικά οι BLUE MURDER με αυτή την σύνθεση έκαναν το ντεμπούτο τους το 1989 με το ομώνυμο φανταστικό άλμπουμ τους όπου οι hard rock φόρμες συνδυάζονται άψογα με τα φοβερά κιθαριστικά σόλο ενώ ο John Sykes εκτός από εξαιρετικός κιθαρίστας αποδεικνύεται και δυνατός ερμηνευτής.
Καταπληκτικά όλα τα τραγούδια του δίσκου σε παραγωγή του τρομερού Bob Rock(ταξίδεψαν μέχρι το Βανκούβερ για τις ηχογραφήσεις) με εμπνευσμένες ροκ μελωδίες να υπάρχουν σε κομμάτια όπως τα “Riot”, “Jelly Roll”, “Black-Hearted Woman” και η πανέμορφη μπαλάντα “Out of Love” ενώ στο επικό “Valley of the Kings” στην σύνθεση υπάρχει το όνομα του Tony Martin (Black Sabbath, The Cage). Οι φήμες λένε για αυτό το άλμπουμ ότι ηχογραφήθηκε σε 96 κανάλια όπου ο J.Sykes χρησιμοποίησε τα 24 μόνο για την κιθάρα του. Η προβολή ήταν αρκετή μιας και η πολυεθνική Geffen Records βοήθησε σε αυτό και ο δίσκος έκανε σημαντική επιτυχία.Kάτι ανάλογο οι Blue Murder το πέτυχαν και στην Ιαπωνία όπου εκεί η μπάντα είχε μεγαλύτερη αποδοχή.
Οι ισχυρές μουσικές προσωπικότητες, η αλλαγή δεκαετίας και του ροκ ήχου οδήγησε τους Blue Murder σε αλλαγές και σε μερικές συμβιβαστικές λύσεις οι οποίες φάνηκαν στο δεύτερο άλμπουμ τους Νοthin’ But Trouble που κυκλοφόρησε το 1993 όπου συμμετέχουν στο μπάσο ο Marco Mendoza και στα τύμπανα ο Τοmmy ‘O Steen ενώ στο άλμπουμ συμμετέχουν και οι C.Appice,T.Franklin, N.Green και στα φωνητικά συμμετέχει ο Kelly Keeling στο τραγούδι “I ‘m on Fire”. Eπίσης στο Νοthin’ But Trouble υπάρχει και η διασκευή στο Itchycoo Park των Small Faces από το 1967.
Οι Blue Murder στη συνέχεια έπεσαν κι αυτοί θύματα της grunge καταιγίδας οπότε τον Μάιο του 1994 η μπάντα κυκλοφορεί το live album με τίτλο Screaming Blue Murder: Dedicated to Phil Lynott που ήταν μοιρασμένο ανάμεσα στα κομμάτια των Βlue Murder και των Thinlizzy ενώ υπάρχει και το Still of the Night(Whitesnake). Έπειτα από όλα αυτά για τους Blue Murder δεν υπήρχε μέλλον και το συγκρότημα διαλύθηκε ενώ τα υπόλοιπα έμειναν στην ιστορία.

Φώτης Μελέτης

Κυριακή 11 Ιουλίου 2010

SPOCK'S BEARD : "X"

Τέσσερα χρόνια μετά την τελευταία τους δισκογραφική τους δουλειά, οι Spock’s Beard επιστρέφουν με τον νέο τους δίσκο "X".
Και είναι η πρώτη φορά που αφήνουν να περάσει τόσος καιρός μεταξύ δίσκων. Ευτυχώς, το αποτέλεσμα είναι πέραν κάθε προσδοκίας! Θεωρώ ότι το δισκογραφικό διάλειμμα έκανε καλό στο συγκρότημα, καθώς όλοι τους δείχνουν πεινασμένοι για επίδειξη αριστοτεχνικού παιξίματος.
Παράλληλα, οι συνθέσεις είναι εξαιρετικά καλοδουλεμένες, αν και περισσότερο μακροσκελείς από τους τελευταίους 3 δίσκους. Συγκεκριμένα, από τα 8 νέα κομμάτια, τα 2 είναι μικρότερα των 6 λεπτών, έχουμε 3 συνθέσεις ανάμεσα στα 8 και 10 λεπτά και 2 δεκαεξάλεπτα. Το “Edge of the In-Between” αρχίζει το δίσκο με πολύ κέφι και, παρότι δεκάλεπτο, μένει στη μνήμη του ακροατή.
Το “The Emperor's Clothes” αποτελεί σημείο αναφοράς, καθώς μέσα στα σχεδόν 6 λεπτά του περιλαμβάνει μια ακουστική εισαγωγή, Beatles στιγμές, γρήγορα ξεσπάσματα και ένα σόλο πιάνο από τον Ryo (ο οποίος στο δίσκο αυτό κυριολεκτικά λάμπει).
Τα δύο μακροσκελή κομμάτια είναι εντυπωσιακά. Στο ‘From the Darkness’, έχουμε αρκετές εναλλαγές ανάμεσα στα σκληρά μέρη και στις ατμοσφαιρικές στιγμές, με το πιάνο να συνοδεύει τη φωνή του Nick d’Virgilio. Η σύνθεση κλιμακώνεται σε ένα Grand Finale, με τον τρόπο που μόνο οι Spock’s Beard ξέρουν. Το “Jaws of Heaven”, που κλείνει το δίσκο, έχει να επιδείξει μια όμορφη εισαγωγή και υπέροχους στίχους. Με λίγα λόγια αποτελεί μια από τις καλύτερες επικές συνθέσεις που έχουν γράψει.
Η σύνθεση “Their Names Escape Me” έχει μια ενδιαφέρουσα ατμόσφαιρα που θυμίζει τις ακουστικές στιγμές του Be των Pain of Salvation. Μετά από κάποια στιγμή, απαγγέλλονται τα ονόματα όλων αυτών που ενίσχυσαν οικονομικά το συγκρότημα προαναγγέλλοντας το cd – παρά το τυπικό της υπόθεσης, και λόγω της πανέμορφης μουσικής, παραμένει η αγαπημένη μου στιγμή στο δίσκο. Το “The Man Behind the Curtain” είναι η πιο neoprog σύνθεση του δίσκου.
Φυσικά, γι’ αυτό είναι η πιο αδύνατη στιγμή του δίσκου, που όμως διασώζεται από το μπάσο του Alan Meros και τα solo. Συμπερασματικά, θα μπορούσε να πει κάποιος ότι το X είναι ένας από τους καλύτερους δίσκους Spock’s Beard, που θα τον απολαύσει κάθε φίλος του progressive και που μας δείχνει ότι το συγκρότημα μπορεί, χωρίς να μένει εντελώς στα ίδια, να πράξει ποιοτικότατη μουσική.
Ανδρέας Παρασκευάς

Παρασκευή 9 Ιουλίου 2010

Η gothic πλευρά της LIV CHRISTINE

Μια από τις πιο εξέχουσες φωνές, της “gothic metal” μουσικής (με την ευρύτερη έννοια), είναι η Liv Christine!
Η αιθέρια και γλυκιά φωνή της, ήταν εκείνη που την έκανε γνωστή στα μέσα της δεκαετίας του 1990, μέσω φυσικά του συγκροτήματος “Theatre of Tragedy”!
Γεννημένη το Φεβρουάριο του 1976 στη Νορβηγία, ασχολήθηκε με τη μουσική από μικρή.
Από τη παιδική ηλικία των δέκα, ήταν μέλος στη χορωδία της τοπικής εκκλησίας, ακονίζοντας τις φωνητικές της ικανότητες, κάνοντας την να έρθει πιο κοντά στη μουσική γενικότερα!
Πολλές φορές καθόταν μπροστά στο καθρέφτη, τραγουδώντας και εξελίσσοντας αυτό που τελικά θα έδειχνε στο κόσμο μέσω της σκληρής μουσικής!
Αν και κυνηγούσε χρόνια την επιτυχία, το ποθούμενο θα ερχόταν το 1994 όταν την κάλεσαν για back vocals στους Theatre of Tragedy”, δοκιμάζοντας τα φωνητικά της και συνδυάζοντας ίσως για πρώτη φορά, ένα μίγμα ακραίων φωνητικών μαζί με γυναικεία φωνή, κάτι που έγινε μόδα από εκεί και πέρα! Το πείραμα, άρεσε στους “Theatre..” και η Liv, έγινε μόνιμο μέλος και ανέλαβε το χρέος τον lead vocals!
Το 1996 μετά το ομώνυμο ντεμπούτο τους, κυκλοφόρησαν το εξαίσιο, “Velvet Darkness They Fear”, άλμπουμ το οποίο τους εκτόξευσε στο metal στερέωμα, με πωλήσεις πάνω από 125.000 κόπιες και τους έδωσε πέρα από το εισιτήριο για τις καρδιές κάθε metal fun, την ευκαιρία να παίξουν μπροστά στο γερμανικό κοινό, στο διάσημο φεστιβάλ “Wave Gottik Treffin”.
Το 1997 είχαμε και την ευκαιρία να τους δούμε live, στο “open air festival” στην Αθήνα, ένα live, το οποίο εντυπωσίασε και έδωσε καλές εντυπώσεις σε όλους! Η επιτυχία ωστόσο, έδωσε την όρεξη και τον εγωισμό στη Liv, να δημιουργήσει το δικό της προσωπικό άλμπουμ, το οποίο όμως κινούταν στον πιο pop χώρο της μουσικής!
Έκανε λοιπών σαφές στην υπόλοιπη μπάντα, τη διάθεση της για πιο μοναχικά μονοπάτια και δρόμους που θα βάδιζε μονή της!
Έτσι τον Αύγουστο του 2003 δήλωσαν την αποχώρηση της Liv, από τους “Theatre” λόγο διαφορετικών μουσικών επιλογών! Leave’s Eyes, ονομάστηκε το καινούριο “παιδί” της, όνομα το οποίο εμπνεύστηκε η ίδια η Liv και είναι ένα λογοπαίγνιο του ονόματος της και της φύσης που τόσο αγαπά και αντλεί έμπνευση! Με τη βοήθεια μελών από τους Atrocity, γεννήθηκε το 2004 το “Lovelorn”, αλλά και ο έρωτας με το τραγουδιστή τους και στη συνέχεια σύζυγο Alexander Krull! Την αμέσως επόμενη χρονιά έρχεται το “Vinland Saga” δεύτερο κατά σειρά άλμπουμ, αλλά και ο γιος της Leon Alexander!! Η συνέχεια ήρθε το 2009 με το “Njord”!
Η Liv Kristine είναι μια πάρα πολύ καλή τραγουδίστρια, έχει συνεργαστεί με την Doro, αλλά και με τους Cradle of Filth στο παρελθόν και πιστεύω ότι δεν έχει πει ακόμη τη τελευταία της κουβέντα! Για του λόγου το αληθές το Νοέμβριο περιμένουμε να βγει το νέο της single “Skintight και μακάρι να μας κάνει να παραμιλάμε γι’ αυτό! Ladies... bring it on!!

Επιστρέφουν οι Beavis & Butthead

Σύμφωνα με ανώνυμες πληροφορίες του Reviewniverse ο Mike Judge, δημιουργός του άπαιχτου διδύμου Beavis & Butthead, γράφει αυτή την περίοδο 30 νέα επεισόδια, τα οποία όμως είναι άγνωστο μέχρι τώρα πότε και από ποιο κανάλι θα προβάλλονται. Αν τα νέα αυτά επεισόδια συναντήσουν την επιτυχία που περιμένει ο Judge, τότε μια η επιστροφή τους θα είναι μόνιμη.
Αν και κατά το παρελθόν οι Beavis & Butthead είχαν κατηγορηθεί από αρκετούς (εντός και εκτός του rock/metal χώρου) κυρίως για την ‘ιδιαίτερη’ αίσθηση του χιούμορ που είχαν, θα έχει ενδιαφέρον να δούμε ποια είναι η γνώμη τους για τα αρκετά νέα είδη που έχουν εμφανιστεί στο χώρο της σκληρής μουσικής τα τελευταία χρόνια.

Δευτέρα 5 Ιουλίου 2010

JORN - "Dio"

"Όλα αυτά τα χρόνια είχα το προνόμιο να γνωρίσω και να δουλέψω με πολλούς μουσικούς που έδωσαν έμπνευση στο μουσικό μου ταξίδι.
Ο Ronnie James Dio με ενέπνευσε κατά τη διάρκεια δεκαετιών και η επιρροή αυτού του ανθρώπου συνεχίζει να χρωματίζει το δημιουργικό μου πνεύμα. Από την πρώτη στιγμή που άκουσα τον βασιλικό του "βρυχηθμό" πίσω στα 70's είχα γοητευτεί από τη δημιουργική δύναμη και την αφιέρωση στη μουσική αυτού του εξαιρετικά ταλαντούχου ανθρώπου! Η καριέρα του συνεχίστηκε για τόσο μακρύ χρονικό διάστημα και περιέχει τόσα πολλά μεγάλα κομμάτια που ήταν μια πρόκληση να αποφασίσω σε ποια τραγούδια και σε ποια μουσική του περίοδο να εστιάσω. Κατέληξα να εστιάσω στη μουσική περίοδο Dio".
"Έγραψα το 'Song for Ronnie James' σαν ένα αφιέρωμα και ένα προσωπικό ευχαριστώ στον άνθρωπο που υπήρξε μέντοράς μου για περισσότερα από 35 χρόνια. Αυτός ο μεγάλος άνθρωπος επηρέασε τη ζωή και την καριέρα μου με τέτοιο τρόπο που χωρίς την παρουσία του δεν θα είχα γίνει ο καλλιτέχνης που είμαι σήμερα". Τάδε έφη Jorn Lande, αγαπητοί μου φίλοι.
Κι εγώ με τη σειρά μου θα σας ρωτήσω το εξής. Θυμάστε πώς ήταν όταν κάνατε ποδήλατο για πρώτη φορά χωρίς βοήθεια; Τη στιγμή ακριβώς που καταφέρατε να ισορροπήσετε στις δύο ρόδες μόνοι σας; Ή όταν καβαλήσατε την πρώτη σας μηχανή; Δεν έχει σημασία σε ποια ηλικία ήσασταν γιατί τα συναισθήματα είναι πάντα τα ίδια, σε κάθε ηλικία.
Θα μου πείτε: Τι σχέση έχει τώρα η ισορροπία πάνω σ' ένα ποδήλατο ή η βόλτα με την πρώτη μηχανή με τον Dio και την απώλειά του; Και σας απαντώ: Το ίδιο το ποδήλατο ίσως καμία σχέση αλλά τα συναισθήματα που φέρνει η ισορροπία πάνω του για πρώτη φορά μεγάλη!
Βλέπετε, έτσι ακριβώς αισθάνθηκα όταν για πρώτη φορά άκουσα τραγούδια απ' αυτόν τον μεγάλο καλλιτέχνη. Τη γεύση μιας πρωτόγνωρης αίσθησης ελευθερίας! Δέος και ανυπομονησία για όλα αυτά που με περίμεναν εκεί "έξω", έξαψη και διέγερση για τις περιπέτειες που έμελλε να γευτώ!
Και μάλιστα μπορώ να πω ότι η βόλτα με όχημά μου τον Dio ήταν καλύτερη κι από τη βόλτα με ποδήλατο ή μηχανή γιατί οι εκπλήξεις που με περίμεναν ήταν πάντα ευχάριστες και δεν υπήρξε ποτέ κανένα ατύχημα!
Για μένα ο Dio υπήρξε ο υμνητής της ελευθερίας, της νύχτας, της μαγείας, του δικαιώματος της διαφορετικότητας και της αθωότητας!
Ο ακούραστος φύλακας ενός κώδικα τιμής που θέλω να πιστεύω ότι ακολουθώ μέχρι σήμερα. Και νομίζω ότι το ίδιο κάνει και κάθε "ρομαντικός" οπαδός της μουσικής που δημιούργησε ο Ronnie James.
Με μεγάλη περηφάνεια λοιπόν σας παρουσιάζω σήμερα αυτό το άλμπουμ-αφιέρωμα από έναν μεγάλο καλλιτέχνη σ' έναν ακόμα μεγαλύτερο άνθρωπο! Ακόμα κι αν πιστεύετε ότι κανείς δεν είναι άξιος να τραγουδήσει τα τραγούδια του (κάτι με το οποίο εγώ θα διαφωνούσα, όταν μάλιστα μιλάμε για τον Jorn Lande) αξίζει να κάνετε δικό σας ένα αντίγραφο αυτού του cd μόνο και μόνο για το κομμάτι "Song for Ronnie James". Ένα κομμάτι που είναι κάτι παραπάνω από ύμνος στον Dio.
Αν εξαιρέσουμε την πολύ συγκινητική, ανατριχιαστική θα έλεγα, εισαγωγή του κομματιού (όπου εκεί ο Jorn ξεδιπλώνει, μουσικά και στιχουργικά, όλα του τα συναισθήματα για τον μέντορά του), είναι ένα κολάζ από στίχους και τίτλους τραγουδιών του Dio, στίχοι επενδυμένοι με την ίδια την original μουσική τους! Κάτι που ίσως ακούγεται πανεύκολο αλλά δεν είναι.
Στην πραγματικότητα όταν ένας μουσικός επιχειρεί κάτι τέτοιο -δεδομένου ότι το αποτέλεσμα πρέπει να είναι μελωδικό και να έχει και μία συνέχεια- αυτός πρέπει να είναι 1) πολύ έμπειρος και 2) να διαθέτει μεγάλες δόσεις ιδιοφυίας, πράγματα που ο κ. Jorn ξέρουμε ότι κατέχει. Σ' αυτή την περίπτωση όσο μελωδικότερο το κομμάτι τόσο ιδιοφυέστερος ο μουσικός! Και πιστέψτε με, μιλάμε για ένα άκρως μελωδικό κομμάτι. Ένα κομμάτι που ο ίδιος ο Dio θα είχε παραδεχθεί χωρίς δεύτερη κουβέντα αν είχε την ευκαιρία και που είμαι σίγουρη πως το ακούει εκεί ψηλά και αισθάνεται πραγματικά περήφανος και δικαιωμένος για την επιρροή που είχε στη ζωή του Jorn Lande αλλά και στις ζωές εκατομμυρίων οπαδών του σ' όλον τον κόσμο!
Αυτή ήταν η τεχνική εξήγηση του εν λόγω μουσικού κολάζ. Αν τώρα θέλετε και τη συναισθηματική, πιστεύω ότι αυτός ήταν ο τρόπος του Jorn να πει ότι κανένα τραγούδι δεν είναι καταλληλότερο και αξιότερο για να υμνήσει το φαινόμενο Dio από τα δικά του!
Να σημειώσω επίσης πως σύμφωνα με τα λεγόμενα του Jorn Lande το κομμάτι αυτό γράφτηκε πριν αρρωστήσει ο Dio. Κάτι για το οποίο δεν είμαι απόλυτα βέβαιη αν κρίνω από τα συναισθήματα που σου βγάζει, αλλά ποτέ δεν ξέρεις... Ας του δώσουμε λοιπόν το πλεονέκτημα της αμφιβολίας.
Τέλος, να επισημάνω κι εγώ σ' όλους εσάς τους απαρηγόρητους οπαδούς του κάτι που θα ακούτε συχνά σ' αυτές τις περιπτώσεις, και που συνήθως λέγεται μόνο για παρηγοριά, αλλά που εδώ ισχύει απόλυτα. Καλλιτέχνες σαν τον Dio δεν πεθαίνουν ποτέ. Όχι πραγματικά! Ζουν για πάντα μέσα από το έργο τους, την κληρονομιά τους, μέσα από εμάς που μας καθοδήγησαν, μας παρηγόρησαν, μας "έπλασαν", μέσα από εμάς που τους λατρέψαμε γι' αυτό! LONG LIVE ROCK 'N' ROLL!
Tracklist: 01. Song For Ronnie James, 02. Invisible, 03. Shame on the Night, 04. Push, 05. Stand Up And Shout, 06. Don't Talk to Strangers, 07. Lord Of The Last Day, 08. Night People, 09. Sacred Heart, 10. Sunset Superman, 11. Lonely Is The Word / Letters From Earth (εκδοχή 2010), 12. Kill The King, 13. Straight Through The Heart (live).
Line-Up: Jorn Lande: φωνητικά, Willy Bendiksen: ντραμς, Tore Moren, Jgor Gianola, Tor Erik Myhre: κιθάρες, Nic Angileri: μπάσο.
Σοφία Ρεντούμη

"END OF DAYS"

Οκ η χιλιετία φτάνει στο τέλος της και όλοι φοβούνται το “κρασάρισμα” τον υπολογιστών ανά τον κόσμο, (μεγάλη βλακεία αλλά ήταν κάτι που λεγόταν σχεδόν από όλους τότε!) ο πλανήτης θα καταστρεφόταν, κάτι μεγάλο θα γινόταν στη συμπαντική τάξη και η ιστορία της ανθρώπινης φυλής θα άλλαζε ριζικά, η δευτέρα παρουσία και ο ερχομός του διαβόλου ήταν προ του πυλών!!!
Αγωνία... άγχος και τελικά… ξημέρωσε η 1/1/2000 και ο γείτονας πήγε για χ….., μετά από μια εβδομάδα δυσκοιλιότητας!
Απορώ που τους βρίσκουμε όλους αυτούς.. τους τρελούς κάθε τόσο! Δε φτάνει που περνάμε δύσκολα, πάντα ξαφνικά, τσουπ, ξεπετάγονται από το πουθενά και μας ισιώνουν τις τρίχες μας τις κατσαρές! Δυστυχώς η τρέλα δεν έχει σταματήσει και έτσι περιμένουμε το 2012 να πάει πάλι ο γείτονας για χ….. και εμείς στις δουλειές μας! Όμως όλη αυτή η καταστροφολογία, γίνεται μια ακόμη αφορμή, ώστε να παίξουν με τους φόβους μας οι σκηνοθέτες και οι συγγραφείς!
Οπότε γεννάτε λίγο πριν το millennium, μια αρκετά καλή ταινία με τον εμφανώς γερασμένο Αrnold Schwarzenegger στο ρόλο του σωτήρα του κόσμου από το αρχέγονο κακό, τον ίδιο τον διάβολο! Σημειώστε πως για το ρόλο αυτό ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια έλαβε 25 εκατομμύρια δολλάρια!! Τέλος πάντων (!) το ταινιάκι ενώ θα μπορούσε να είναι κατά πολύ καλύτερο, (πήρε αρκετά άσχημες κριτικές) δε μας χαλάει κιόλας, έχει αρκετή δράση, ώστε να μας κάνει να κολλήσουμε και να περάσουμε καλά κάνα δίωρο! Όλο το concept λοιπόν έπρεπε να υποστηριχτεί από ένα δυνατό soundtrack, οπότε αρκετά συγκροτήματα πήραν μέρος. Από τα πιο γνωστά είναι Korn, Limp Bizkit, Rob Zombie και οι Guns n’ Roses με το τότε καινούριο τους Line up και μ’ ένα τραγούδι αρκετά μακριά από αυτό που θα περίμενε κανείς! Σε industrial ύφος το “Oh My God” είναι ένα κακό και αδιάφορο τραγούδι, καθρεπτίζοντας το χάος στο μυαλό του Axl! Δεν είναι ένα soundtrack, με το οποίο θα παινεύεσαι ότι το έχεις, αλλά αν σ’ αρέσει το industrial και θέλεις να έχεις και το παραμικρό από τους guns τσέκαρε το! Συμμετέχουν ακόμη και μη rock/metal μπάντες όπως οι The Prodigy, Eminem.
ΤRACK LISTING
"Camel Song" - Korn,
"So Long" –Everlast ,
"Slow" - Professional Murder Music
"Crushed" - Limp Bizkit
"Oh My God" - Guns N' Roses
"Poison" - The Prodigy
"Superbeast (Girl on a Motorcycle Mix)" - Rob Zombie
"Bad Influence" - Eminem
"Nobody's Real" - Powerman 5000
"I Wish I Had" - Stroke
"Sugar Kane" - Sonic Youth
"Wrong Way" - Creed
Κανακουσάκης Μιχάλης

MARTIN VILLARREAL: "Celestial Dream"

Όταν πήρα το συγκεκριμένο CD στα χέρια μου πραγματικά δεν ήξερα τι να περιμένω, μιας και το όνομα του Martin Villarreal δε μου έλεγε κάτι.
Ανοίγοντας το CD και ξεφυλλίζοντας το βιβλιαράκι διαπίστωσα ότι τα φωνητικά (σε όσα τραγούδια υπάρχουν) τα έχουν αναλάβει γυναίκες, με πιο γνωστές (τουλάχιστον σε εμένα) την Ann Mari (Arcana) και τη Χριστίνα Κρουστάλη (Die Verbannten Kinder Evas), κάτι που μου έδωσε μια ιδέα σχετικά με το ύφος της μουσικής. Ιδέα που απέχει αρκετά από την πραγματικότητα.
Ενώ περίμενα τα τραγούδια του δίσκου να κινούνται μεταξύ του ύφους των δυο προαναφερόμενων συγκροτημάτων, ο Martin Villarreal στον πρώτο του προσωπικό δίσκο “Celestial Dream” χρησιμοποιεί τα πλήκτρα ως το κυρίαρχο μουσικό όργανο, με κάποια έγχορδα να τα συνοδεύουν σε αρκετά σημεία.
Όπως καταλαβαίνετε η μουσική του “Celestial Dream” δεν έχει καμία σχέση με τον ευρύτερο χώρο του rock, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι οπαδοί του rock και του metal ήχου δε θα βρουν ορισμένα ενδιαφέροντα στοιχεία, ιδίως αν αρέσκονται σε πιο ατμοσφαιρικά ηχοχρώματα. Θα μπορούσε κάποιος να το χαρακτηρίσει “neoclassical”, αν υπήρχαν ένα δυο στοιχεία (στα οποία θα αναφερθώ παρακάτω).
Το τελικό αποτέλεσμα είναι πολύ καλό, και σε αυτό συμβάλλουν τα μέγιστα τα γυναικεία φωνητικά και των εφτά τραγουδιστριών που συμμετέχουν, καθώς όλες τους (μηδεμιάς εξαιρούμενης) διαθέτουν φοβερές ικανότητες
Κατά τη γνώμη μου, ο δίσκος πάσχει σε δυο σημεία.
Πρώτον, θα προτιμούσα τα κομμάτια του δίσκου να ήταν πιο σκοτεινά (δηλαδή πιο κοντά στο ύφος των Arcana, Die Verbannten Kinder Evas ή ακόμα και των Elend). Δεύτερον, εκτιμώ ότι η ύπαρξη περισσότερων μουσικών οργάνων θα έκανε το δίσκο ακόμα πιο ενδιαφέροντα. Κυρίως η προσθήκη τυμπάνων θα έπαιζε καταλυτικό ρόλο, προσθέτοντας μια δυναμική.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι το “Celestial Dream” είναι η πρώτη προσπάθεια του Martin, το αποτέλεσμα κρίνεται θετικό. Αναμένουμε τη συνέχεια.

Κυριακή 4 Ιουλίου 2010

YOSO: "Elements"

Οι YOSO είναι το καλύτερο αντίδοτο σε όσους έχουν επιθυμήσει τους Τοto και Yes της δεκαετίας του ’80.
Η μπάντα αποτελείται από δύο γνωστούς θρύλους του prog –rock τον περίφημο τραγουδιστή Bobby Kimball (Toto) και το σπουδαίο κημπορτνίστα Tony Kaye (Yes) οπότε μπορείτε να αντιλήφθητε για ποιο λόγο αναφέραμε ότι οι Yoso θυμίζουν αρκετά τα δύο προαναφερόμενα ιερά τέρατα του rock
Όμως το κρυφό όπλο των Yoso είναι το τρίτο μέλος του γκρουπ ο πολυτάλαντος Billy Sherwood (World Trade, Circa, Yes) o oποίος έχει αναλάβει την κιθάρα, το μπάσο, τα τύμπανα, τα φωνητικά, τις συνθέσεις αλλά και την παραγωγή του “Elements”. To άλμπουμ θυμίζει έντονα όπως είπαμε και στην αρχή την πολύ εμπορική περίοδο των δύο μεγάλων συγκροτημάτων (κυρίως τη δεκαετία του ’80) και περιέχει πανέμορφα τραγούδια όπως το ομώνυμο, το καταπληκτικό “Path to Your Heart”, το φανταστικό ροκέ “The New Revolution”, το “Seek the Truth”(θυμίζει λίγο από Pink Floyd) , το “Won’t End Tonight” και τη νοσταλγική μπαλάντα “Return to Yesterday”. Οι λάτρεις λοιπόν των άλμπουμ “90125” και “Big Generator” από τους Yes καθώς επίσης όσοι έχετε αγαπήσει τραγούδια όπως τα “Rosanna” “Africa” από τους Τοtο θα ενθουσιαστείτε από τις μελωδικές γραμμές των Yoso και από τις ερμηνείες του B.Kimball ενώ οι ενορχηστρώσεις και το πολύπλευρο συνθετικό ταλέντο του B.Sherwood αναδεικνύεται για άλλη μια φορά ταξιδεύοντας μας σε μία εποχή που την ζήσαμε και την αγαπήσαμε ιδιαίτερα. Να σημειώσουμε ότι το “Elements” περιλαμβάνει ένα bonus cd με live ηχογραφήσεις της μπάντας σε σημαντικά τραγούδια των Yes και Toto αλλά και ζωντανές ηχογραφήσεις σε μερικά δικά τους κομμάτια. Νομίζουμε ότι οι εραστές του melodic rock οφείλουν να τιμήσουν δεόντως τους Yoso.
Φώτης Μελέτης

Σάββατο 3 Ιουλίου 2010

ALICE COOPER: "The Alice Cooper Show" (1977)

Μία από τις πιο θεατρικές φιγούρες της ροκ μουσικής είναι φυσικά ο φοβερός και τρομερός Alice Cooper.
To 1977 o ιδιαίτερος αυτός καλλιτέχνης κυκλοφορεί το πρώτο live album με τίτλο “The Alice Cooper Show” αφού τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς είχε προηγηθεί το εκπληκτικό “Lace and Whiskey”. Το συγκεκριμένο live ήταν το πρώτη επίσημη συναυλιακή του κυκλοφορία και ηχογραφήθηκε στο The Aladdin Hotel στο Las Vegas κατά την διάρκεια των καλοκαιρινών του εμφανίσεων που έφερε την ονομασία "King Of The Silver Screen" .
To “The Alice Cooper Show” περιλαμβάνει τα κλασσικά τραγούδια της πρώτης περιόδου με κορυφαία τα “I ‘m Eighteen, “Only Woman Bleed”, “School’s Out”, “Under My Wheels”, “Billion Dollar Babies” και ένα τρομερό medley με τα "I Love the Dead"/"Go to Hell"/"Wish You Were Here". Οι κιθαρίστες Steve Hunter και Dick Wagner με κοινό παρανομαστή την συνεργασία τους με τον Lou Reed δείχνουν με έντονο τρόπο το πολύπλευρο ταλέντο τους ενώ οι ερμηνείες και ο θεατρινισμός του Alice Cooper έχουν φτάσει στο απόγειο αφού εκτός από σπουδαία hard rock τραγούδια, το show περιλαμβάνει φίδια, αποκεφαλισμούς, ηλεκτρικές καρέκλες, κρεμάλες και άλλα διάφορα ακραία πράματα(που βέβαια δεν σας τα συνιστούμε με τίποτα) και τα οποία δημιουργούν μία εφιαλτική και συνάμα εντυπωσιακή ατμόσφαιρα.
Χωρίς υπερβολές ο Alice Cooper κατάφερε στη δεκαετία του ’70 αφενός από τη μία να σοκάρει με τις απίστευτες εμφανίσεις του και αφετέρου από την άλλη να φτιάξει εξαιρετικές συνθέσεις ώστε να έχουν ένα δυναμικό και προσωπικό μουσικό χαρακτήρα.
TRACK LISTING: 1)Under My Wheels, 2) I ‘m Eighteen, 3) Only Woman Bleed, 4) Sick Things, 5) Is It My Body, 6) I Never Cry, 7) Billion Dollar Babies, 8) Devil's Food"/"The Black Widow", 9) You and Me, 10) I Love the Dead/Go to Hell/Wish You Were Here, 11) School’s Out
ΜΕΛΗ: Alice Cooper (φωνητικά), Steve Hunter(κιθάρα), Fred Mandel(πλήκτρα), Dick Wagner(κιθάρα), Whitney Glam(ντραμς), Prakash John(μπάσο).
Φώτης Μελέτης

Παρασκευή 2 Ιουλίου 2010

ANGELINE: "Confessions"

Η ιστορία των Σουηδών Angeline είναι αρκετά ενδιαφέρουσα και πάει αρκετά πίσω στο χρόνο. Το συγκρότημα δημιουργήθηκε το 1987 και στα πρώτα χρόνια της καριέρας τους είχαν μια σχετική επιτυχία, καθώς είχαν παίξει σε αρκετά φεστιβάλ, με ονόματα όπως οι Candlemass και οι Pretty Maids. Μετά το θάνατο του αρχικού τους τραγουδιστή το 1995 οι Angeline κατέληξαν να είναι μια cover μπάντα, μορφή με την οποία συνέχισαν μέχρι το 2001, οπότε και διαλύθηκαν. Το 2007 το συγκρότημα αποφάσισε να επανασυνδεθεί, και φέτος κυκλοφορεί το “Confessions”, ουσιαστικά τον πρώτο του κανονικό δίσκο.
Από την πρώτη κιόλας ακρόαση του δίσκου οι διαθέσεις των Angeline γίνονται φανερές. Melodic Rock με επιρροές από FM, Harem Scarem ή ακόμα και Foreigner. Οι επιρροές αυτές είναι περισσότερο εμφανείς στο πρώτο μισό του δίσκου, μιας και στο δεύτερο μισό οι Angeline κινούνται σε περισσότερο hard rock ύφος.
Το “Confessions” αποτελείται από 12 τραγούδια, στα οποία κυριαρχούν τα πολύ καλά riffs και solos, οι ωραίες μελωδίες, funky ρυθμούς (άκου το “Fuel To Your Fire”), τα φωνητικά του Jocke Nilsson (που εμένα μου θυμίζουν αρκετά τον Joe Elliott των Def Leppard), και όλα αυτά να αναδεικνύονται από μια ζεστή και ταιριαστή στο είδος παραγωγή.
Ορισμένες μελωδίες θα σας φανούν γνωστές, χωρίς ωστόσο να μπορέσετε εύκολα να τις συνδέσετε ευθέως με κάποιο άλλο συγκρότημα. Το γεγονός αυτό λειτουργεί θετικά, καθώς είναι πιο εύκολο για κάποιον οπαδό του συγκεκριμένου είδους να συνδεθεί μαζί του, χωρίς όμως να μπορεί να κατηγορήσει τους Angeline ως αντιγραφείς.
Τραγούδια που ξεχωρίζουν είναι το εναρκτήριο “Pray”, “Fuel To Your Fire”, “Blackout” και το “Good Is Getting Better”, χωρίς τα υπόλοιπα υπολείπονται σε κάτι (με εξαίρεση ίσως το “Love & Affection”).
Την ωραία εικόνα που δημιουργεί η μουσική του “Confessions” αμαυρώνει το υπερβολικά λιτό layout του δίσκου. Συμφωνώ και εγώ ότι το σημαντικότερο σε ένα δίσκο είναι η μουσική, αλλά ένα καλό layout σίγουρα βοηθά στο να αναδειχθεί μια κυκλοφορία.
Σε μια εποχή όπου οι κυκλοφορίες στο συγκεκριμένο χώρο είναι αρκετές (και η ποιότητα πολλών εξ αυτών αμφισβητείται), οι Angeline κατάφεραν να κυκλοφορήσουν ένα δίσκο που ο κάθε οπαδός του Melodick Rock που σέβεται τον εαυτό του θα πρέπει να ακούσει.
Και κάτι τελευταίο. Το όγδοο κομμάτια το δίσκου (με τίτλο “Rock Of Ages”) ΔΕΝ είναι διασκευή σε Def Leppard.

Καρβούνης Δημήτρης

Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010

Kυκλοφορεί το νέο Rockway περιοδικό!

Κυκλοφορεί το νέο (No 5) τεύχος του ROCKWAY MAGAZINE με σημαντικές συνεντεύξεις παρουσιάσεις, κριτικές, νέες κυκλοφορίες, αφιερώματα, ελληνικά συγκροτήματα και πολλά άλλα ενδιαφέροντα θέματα από τον χώρου του melodic rock, hard rock και heavy metal.
Το Rockway Magazine διατίθεται εντελώς δωρεάν (free press) σε κεντρικά δισκοπωλεία της Αθήνας ενώ μπορεί να σας σταλεί και στο σπίτι (ειδικά για τους αναγνώστες της περιφέρειας) χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση αρκεί στο info@rockway.gr ή στο hardrockway@gmail.com να μας στείλετε την διεύθυνσή σας.

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...